λέξεις: Πολυμορφία, φίδι, σπασμένο παιχνίδι, μούσμουλα, κίτρινη τούφα, χιονισμένη αυλή, μυρωδιά από αγιόκλημα, στενάζω, τρύγος
Μια χούφτα εικόνες στο νέο φάκελλο, η σειρά με το φίδι, εκείνη με τα σπασμένα παιχνίδια, τα φρούτα, ο καιρός.... Εικόνες σκόρπιες απ το μυαλό του με χρώματα έντονα, πινελιές αδρές σαν τη φωνή του που της είχε γίνει πολύτιμος σύντροφος τις τελευταίες μερες...
Εικόνες στου ροδιού και του μούσμουλου το χρώμα ...το κόκκινο που του αρέσει να βάφει τη ζωή του το κόκκινο που τον ανησυχεί. Ετσι της είχε γράψει...
Κάθε πρωί κοιτάζει το γραμματοκιβώτιό της με αγωνία... Έστειλε άλλες εικόνες; το βράδυ περιδιαβαίνει στα αχνάρια που αφήνει μέσα τους η ζωγραφική του... κοιτάζει αχόρταγα, τόσο ξένος και τόσο γνώριμος... Της είπε φυλάξου από αυτούς που δεν γνωρίζεις... ειμαστε ιδιοτελείς οι άνθρωποι δεν χαρίζει κανείς στιγμές τζάμπα...
Κι από σένα να φυλαχτώ; τον γνωστό μου;
Γέλασε βαθειά... πήγε να της πει κάτι αλλά σταμάτησε... σκέφτηκε, μαζεψε τη σκέψη πίσω από τη λογική το πρέπει; ή πίσω απ τα σπασμένα παιχνίδια της κόρης του που έστεκαν μπροστά απ την εικόνα της που του άρεσε; Της είχε πει ότι είναι παράλογο, της ειπε οτι τον ζεσταίνει... της τόπε ή της το ζωγράφισε; δεν θυμάται...
Η μυρωδιά του..., στέναξε καθώς σκέφτηκε τη μυρωδιά του, αγιόκλημα και μούστος και χλωράδα απ το φρεσκοτρυγημένο σταφύλι... μυρωδιά μεθυσμένη αδρή ξεκάθαρη της φωνάζει σε θέλω... Μα στάσου δεν τον ξέρεις πως ξερεις τη μυρωδιά του; Είμαι σίγουρη ότι έτσι μυρίζει... φρέκσα και βαριά μαζί, δυναμικά, αντίθετα κι όμοια με την σκληρή του πινελιά, με την χυδαία ειρωνία που χει το χρώμα του...
Κοίταξε τις πινελιές του και κοκκίνησε, είχε να τολμήσει τέτοιες σκέψεις χρόνια τώρα, από τότε που είπε ναι σε μικρούς άτολμους συμβιβασμούς, έτσι σαν τα σπασμένα παιχνίδια που αποδέχονται να μείνουν στη γωνιά... σκέφτηκε το κορμί της παλέτα στο πινέλο του σκέφτηκε το δερμα της καναβάτσο και πάνω του εκείνος να ζωγραφίζει ατέλειωτα χρώματα.. Χρώματα τέλεια χρώματα ζωντανά όμοια με τη μυρωδιά του...
Οι εικόνες με το φίδι την ανατρίχιασαν... άραγε πλησίασε ποτέ του φίδι; το νιωσε; είναι ζεστό ή ψυχρό όπως λένε πολλοί;... Γιατί ζωγράφισε φίδι; αμαρτία ξομολογήθηκε, πάθος ή το φόβο αυτόν το κόκκινο που τον ταράζει; Μήπως το φίδι ήταν αυτός που με τόση ευκολία πλάνευε τις αισθήσεις της; Άραγε το ήξερε; το καταλάβαινε;
Κάθε φορά που της αρνιόταν κάτι το λαχταρούσε περισσότερο, δενόταν κόμπος το στομάχι της με χαρά και προσμονή μαζί. Θέλει να τον δει μα δεν το λέει πια, φοβάται... Ξορκίζει τη σκέψη με την ελπίδα ότι κάτι θα τον διώξει από κοντά της οταν τη πλησιάσει... ότι θα σβήσει την εικόνα της απ τη σκέψη του που την αγκάλιασε έτσι απαιτητικά... Μα θέλει αλήθεια να τη σβήσει απ το μυαλό του; το ξανασκεφτηκε και αποφάσισε όχι θελει να ζήσει έστω μια στιγμή μαζί του... έτσι στο κόκκινο κι ας πονάει... πόσο πονάει ένα χρώμα αλήθεια;
Καθώς άπλωνε τα φρέσκα ρούχα στην πίσω αυλή τον ξανασκέφτηκε έτσι πολυμορφικό, να αλλάζει έκφραση με κάθε της κίνηση με κάθε μορφασμό της και να κρυφογελάει... Μου αρέσει όπως με κοιτάς του είπε και του χάρισε ενα χαμόγελο που στέγνωσε τη μπλουζα του Λεφτέρη που άπλωνε εκείνη τη στιγμή...
Αυτό πρέπει ναναι που φοβάται σκέφτηκε... αυτό ειναι ναι το άγνωστο μα τόσο οικείο! Για μια στιγμή τον πόθησε άγρια, μετά ξεχάστηκε στις μέρας τις υποχρεώσεις...
Ξανά το γραμματοκιβώτιο, της άνοιξε μικρές ηδονικές πόρτες, όχι στο σώμα όχι...
Ναι αυτό φοβάται... αυτό του μυαλού το ξάφνιασμα, αυτό το θέλω που δεν εχει εικόνα μονο τις πινελιές του, προσπάθησε να μπει μέσα του να καταλάβει... Η εικόνα γυμνή, στεγνή από ήχους και μυρωδιές αλλά ο χώρος της γεμάτος από αυτόν σα στοιχειωμένος...
Γέλασε όταν του είπε ότι η ενέργεια κοινωνάει τους ανθρώπους... πόσο χαζή είσαι, είπε... ίσως τελικά να είσαι κι αφελής όπως μου λες... Γέλασε αλλά την κοίταξε με οξύτητα σαν να ηθελε να μπει στην ψυχή της κατακτώντας κάθε σπιθαμή της μέσα κι έξω... Την ήθελε απόλυτα... ναι αυτό φοβάται... αυτό τον ταράζει το παράδοξο αυτό...
Ένα ρίγος σαν χάδι πάνω της την τρόμαξε. Ηταν μόνη της αλλά την κοίταζε ξανά, το ήξερε το ένιωθε... ρούφαγε κάθε κίνηση, ζωγράφιζε κάθε της βήμα καθε λικνισμα του κορμιού της ακόμη και τη στιγμή που σκόνταψε στο παιχνίδι του Λεφτέρη...
Χαμογέλασε μονη της και σκέφτηκε το παράδοξο... Οσμίστηκε ξανά τον αέρα γύρω της ακουμπώντας το μάγουλο στον ώμο... Μούσμουλο νέφτι μούστος κι αγιόκλημα, είναι εδώ πολύ κοντά, μου κρατάει τον ώμο με κάνει να τρεκλίζω, διασκεδάζει που σκοντάφτω, χαίρεται απολαμβάνει... ναι είναι εδώ δίπλα και δεν με αφήνει στιγμή απ τη ματιά του.
Το χτύπημα του τηλεφώνου την τρόμαξε... σηκώθηκε απ το κρεβάτι τρεκλίζοντας σκονταψε σε ένα παιχνίδι του μικρού αλλά το πρόλαβε... Παρακαλώ;
Στην άλλη άκρη της γραμμής η φωνή του βαθειά και ζεστή την αγκάλιασε άλλη μια φορά...
Κυρία Ζέρβα; μάλιστα η ίδια.. έκανε πως δεν τον κατάλαβε μην προδώσει τη σκέψη της... το όνειρο που έβλεπε πριν λίγο με κείνον να τη γλεντάει σαν να ταν εφηβη... Ζαφείρης Πέτρου... ήθελα να σας ρωτήσω εάν λάβατε τα έργα ΄μου... πρέπει να κουβεντιάσουμε ξέρετε....
Θεέ μου σκέφτηκε θα πρέπει να τον δω... πως θα κρύψω τη σκέψη μου πως θα κρατηθεί το αίμα μην πλημυρίσει τα μάγουλα πως θα αντισταθώ στη μυρωδιά του αγιοκλήματος και του μούστου;
Μάλιστα κύριε Πέτρου η δουλειά σας με ενθουσίασε και νομίζω πως μπορούμε να προχωρήσουμε στην έκθεση... κόμπιασε λιγο μια μικρή παύση για να ξαναβρεί την ανάσα και το χτύπο της καρδιάς της που εσπαγε... Θα πρέπει να βρεθούμε από κοντά για να τα πούμε καλύτερα του είπε...
Κυρία Ζέρβα μπορώ να σας μιλώ στον ενικό; η φωνή σας μου δημιουργεί μια ευχάριστη οικειότητα. Φυσικά κύριε Πέτρου άλλωστε θα συνεργαστούμε... Οι εικόνες του χόρεψαν τρελά μπρος στα μάτια της... ζωντάνεψαν όλες μαζί το φίδι τα σπασμένα παιχνίδα τα φρούτα ο καιρός...
Δεν ξέρεις πόση χαρά μου δίνεις Χυσούλα, νιώθω ότι κάτι όμορφο θα βγει από αυτή τη συνεργασία, κάτι όμορφο έρχεται...
Η φωνή του βάθυνε κι άλλο ηρέμησε, σαν να τον βασάνιζε η απόσταση που ειχαν, και τώρα που χάθηκε ησύχασε...
Εσπασε εκείνος το αμήχανο σιωπηλό λεπτό... λοιπόν πότε θα βρεθούμε και που; πες μου Χρυσούλα να περάσω από το γραφείο σου ή θελεις να πάμε κάπου πιο χαλαρά για την πρώτη κουβέντα μας;
Η ηδονική ζαλάδα ξανάρθε έτσι οπως και στο όνειρο... Ζαφείρη μπορώ να έχω λιγο χρόνο να κανονίσω τα ραντεβού μου; αν δε σε ενοχλήσω θα σε πάρω σε καμμιά ώρα...
Εντάξει γλυκειά μου είπε και της ευχήθηκε καλό πρωινό...
Εμεινε εκεί η Χρυσούλα με το ακουστικό ακόμη στο χερι να ζει σε μια δίνη από χρώμα και μυρωδιά... ένιωθε απέραντη χαρά γιομιζε το κορμί χυμούς γιόμιζε το μυαλό εικόνες γιόμιζε το σώμα μυρωδιές δικές του... από αγιόκλημα και μούστο...
Οταν την ξύπνησε ο Βαγγέλης η ώρα ειχε περάσει... Χρυσούλα είσαι καλά; τόση ώρα σε φωνάζω και δεν ξυπνάς... μπορείς να ερθεις στο τηλέφωνο; κάποιος κύριος Πέτρου σε ζητάει είναι ο ζωγράφος που σου έστειλε εργα του για να τα δεις... θα του μιλήσεις ή θα τον πάρεις εσύ;
....
Θα τον πάρω εγώ, πες του να αφήσει το νούμερο του.... είπε και ξαναβυθίστηκε στο παράδοξο όνειρο οπου ο Ζαφείρης την κατακτούσε με χίλιους τρόπους και χρώματα και κείνη δεν ανησυχούσε...
---------------------------------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφησέ μου μια λέξη, για κουβέντα, για διαφωνία, για ενημέρωση, ή άφησε μου πολλές, ασχετες, για να ξανοίξει η σκέψη μαζί τους... κι ίσως ολα αυτά συναντηθούν εκεί στις άκρες και στα χαρακώματα της ζωής....