Εμφανιζόμενη ανάρτηση
Η Αλεξάνδρα το παληκάρι
Απρίλης του 48 ή εκεί γύρω κάπου, ήταν και η Αλεξάνδρα μικρό κοριτσι τότε έπαιρνε στο κατόπι τα μπουλούκια των τσιγγάνων που πέρναγαν ...
22 Φεβ 2007
ΚΡΙΜΑ, ΚΡΙΜΑ.... (λέξεις από τον τυχάρσπαστο)
Γιασεμί, θάνατος, θαύμα, κύκνος, "ερωτοφοτόσχιστος"
Τρεις μήνες πριν, το Κατερινιώ χτένιζε τα μακριά ξανθά μαλλιά έξω στην αυλή, πλάϊ στο πηγάδι, ανάμεσα στις φορτωμένες λεμονιές, και το μεγάλο πεύκο...
Είκοσι χρονών τότε το Κατερινιώ, όλη η Λευκάδα την καμάρωνε... Η πιο όμορφη κι άξια κοπέλλα που βγαλε το νησί τα τελευταία χρόνια, και πράγματι, μάτια ελαφίνας, κορμοστασιά κυπαρισσιού, μαλλιά που θύμιζαν σταροχώραφο ψημένο στου καλοκαιριού τον ήλιο... Τα χείλη της, βύσσινα νιούτσικα από κείνα τα ξερικά που φτιάχνουν τη "λιγούρα" τη γλυκόπιοτη... Χέρια λεπτά φτιαγμένα να υφαίνουν να κεντούν όνειρα πάνω σε καμβάδες μέσα σε ψυχές, να χαράζουν στιγμές λάγνες, γεμάτες πόθους στις σκέψεις των αγοριών.... Ψηλόλαιμη ίδια με ώριμο κύκνο, να της στολίζεις το λαιμό με άστρα και γιασεμιά, με πέρλες και κοχύλια... να τον κεντάς με φιλιά, να γινεται η ματιά σου ουρανός και θάλασσα μαζί, γη και αγέρας σαν την κοιτάζεις...
Η Κατερίνα σπούδαζε στην Αθήνα να γίνει φυσικός ήθελε, να διαβάσει τα άστρα, πως ειν φτιαγμένα, να διαβάσει τον άνθρωπο, να τον αποκρυπτογραφήσει... εκεί στου ατόμου τον πυρήνα να χαθεί... - "θα γίνει σπουδαία μια μέρα να μου το θυμηθείς, θα μας κάνει όλους περήφανους, έλεγαν οι γριές στα καλντερίμια, καθώς σκέφτονταν τη νεράϊδα του νησιού... Σπουδάζει και δύσκολα πράματα, επιστήμη τρανή!!! Ναι ναι, θα τηνε πάρουνε στην Αμερική να αλλάξει τον κόσμο... Ετσι καλόψυχη κοπέλα που ναι, θα αλλάξει και τα μυαλά των αφεντάδων με της καρδιάς της τα λουλούδια... Αχ να χαμε δυο τρία τέτοια κορίτσια ακόμη θα ταν ο κόσμος πιο γλυκός... Ελεγαν και καμάρωναν για το κορίτσι τους οι ντόπιοι, χωρίς να ξέρουν πως ζούσε στην Αθήνα, χωρίς να ξέρουν το σαράκι της ψυχής της...
Η Κατερίνα χρόνια τώρα είχε μια στενάχωρη σκέψη, μια θλίψη στα μεγάλα μάτια που όλοι την περναγαν για βαθυστοχασιά και σοβαρότη... Ηταν επτά χρονών τότε που ο πατέρας της έφυγε, και την άφησε, ρίζωσε μέσα της το σαράκι... της ρουφούσε το αίμα τη σκέψη.. φοβόταν, εγώ τον έκανα να φύγει έλεγε και ξανάλεγε στον καθρέφτη, δεν ήμουν καλό κορίτσι, δεν τον άφησα να με χαϊδεύει όταν ήθελε, κι έφυγε...
Η μάνα της του κάκου προσπαθούσε χρόνια τρία να κάνει το κορίτσι να χαμογελάσει... μαράζωνε κι αυτή μαζί με το στερνοπούλι της τη μοναχοκόρη της... τα πέντε αδέλφια της δεν την άφηναν μονάχη στιγμή... Ο Πέτρος την τραβολογούσε σε κάθε γιορτή και πανηγύρι, Ο Σταυράκης την ανέβαζε στο ποδήλατο και τη σεργιάνιζε στα δάση του νησιού, ο Αγγελής έφτιαχνε κούκλες από κουτσουπιά και πευκοβελόνες και της χάριζε εκεί δίπλα στο πηγάδι και όμορφες ζωγραφιές της θάλασσας να της στολίζει τον τοίχο πλάι στο κρεβάτι, και της έπαιζε κουκλοθέατρο... Ο Ζαφείρης πάλι έκανε κωλοτουμπες κι εσπαγε τη μούρη του, όλη την ώρα μπας και η μικρή του πριγκιπέσσα σκάσει χαμόγελο... και ο Διαμαντής την έπιανε σαν κούκλα και χόρευε με τις ώρες μαζί της... Οσο κι αν παλεύαν όμως τα αγόρια και η κυρα Φωτεινή δεν εβαζαν χαμόγελο στα χείλη της Κατερίνας... Τα ρόδινα μάγουλα πάντα ξεφούσκωτα από χαράς ίχνη... τα μάτια της, συννεφιασμένη θάλασσα πριν από μπουρίνι... κι σκέψη στα χέρια του πατέρα που την ψάχναν τις βραδιές κι εκείνη αρνιόταν... εγώ τον έδιωξα, δεν μ' αγαπάει, δεν ήμουν καλό κορίτσι...
Το ριξε στο διάβασμα η Κατερίνα, να μην νιώθει ένοχη που φυγε ο πατέρας, να μην προκάμει να σκέφτεται, άριστη πρώτη στο σχολείο, πρώτη πέρασε στο πανεπιστήμιο... και έφυγε για την Αθήνα... Τα καλοκαίρια μόνο ερχόταν στο νησί, ούτε Χριστούγεννα ούτε Πάσχα...
Τον πρώτο χρόνο δεν είχε σηκώσει μάτι απ τα βιβλία, κι η θλίψη της κράταγε μακριά όποιον ήθελε να την πλησιάσει...
Στα μισά της δεύτερης χρονιάς, γνώρισε μια κοπέλα την Μεταξία, ασχημούλα λίγο, μελαχροινή μαυροτσούκαλο, έμοιαζε μαζεμένη, και μελετηρή, είχε κι εκείνη μια θλίψη στη ματιά, όμοια με της Κατερίνας, άρχισαν να μοιράζονται τη θλίψη τους...
Η Μεταξία, είχε χάσει τη μάνα της δέκα χρόνια πριν, και η νέα γυναίκα του πατέρας της τη μίσησε, τη ζήλεψε μη τύχει και χάσει τη προσοχή του άντρα εξ αιτίας της, την βασάνισε πολύ, την χάραξε την έκαψε την σακάτεψε... Μίσησε κι Μεταξία τον κόσμο μέσα απ το μίσος εκείνης... μίσησε και τον πατέρα της, και πιο πολύ τον εαυτό της....
Καθώς τα δυο κορίτσια έρχονταν πιο κοντά, η Κατερίνα παρατήρησε ότι στιγμές στιγμές η Μεταξία γέλαγε πολύ, και είχε μια ματιά χαμένη πλανεμένη... ανεξήγητο της φαινόταν και μια μέρα όταν ένιωσε έτοιμη τη ρώτησε...
Η Μεταξία πήγε στον κοιτώνα της και γύρισε με ενα σακκουλάκι... ξεραμένα φύλλα μέσα - "τι είναι αυτό δυόσμος?" ρώτησε η Κατερίνα.... Έσκασε στα γέλια η Μεταξία, "οχι ρε ζώον" χόρτο είναι το κανπνίζουνε... "αααα καπνός δηλαδή" είπε η Κατερίνα.... λιγώθηκε πάλι απ τα γέλια η Μεταξία, και έβγαλε τσιγαρόχαρτο κι εφτιαξε ενα τσιγάρο...
Το μοιράστηκε με την Κατερίνα να της δείξει που κρύβεται το γέλιο, που βρίσκεται της ζωής η χαλαρότητα κι η ξενοιασιά... να της δείξει πως ξέχναγε για λίγες ώρες το μίσος, που έβρισκε αγάπη για τον καθρέφτη της που πάντα την έφτυνε και την αδικούσε....
Η Κατερίνα έχασε το φως της στη δεύτερη ρουφηξιά "κράτα τον καπνό μέσα σου" της είπε η Μεταξία αλλιώς δεν θα σε πιάσει... έβηξε πνίγηκε μα τον κράτησε μέσα της τον καπνό... Ζαλάδα ανείπωτη το κεφάλι βάρυνε κι αρχισε να στοβιλίζει, κι ενα γέλιο ανάβλυσε μεσα απ τη ζαλάδα... χαχάνισε μια στιγμή κι έψαξε ένα γύρο κάτι να δέσει το κεφάλι της που ήθελε να φύγει απ τον λαιμό.... Χαχάνισε ξανά, και σκέφτηκε παράξενο, δεν έχω λόγο να γελώ, μα μου αρέσει, κι αφέθηκε στο χαλαρό γελαστό αίσθημα....
Εκεί κατω απ το δέντρο της πλατείας τα δυο κορίτσια φτιαχτηκαν και γέλαγαν δυο ώρες χωρίς λόγο... έτσι βρήκε η Κατερίνα μια πηγή που έδιωχνε το φόβο και την ενοχή για τον πατέρα, έδιωχνε τα αδιάκριτα χέρια του από πάνω της που ψαχούλευαν τα πόκρυφά της... έδιωχνε τη θλίψη...
Τους πρώτους τρεις μήνες όλα μοιάζαν καλά, καπνιζε ένα τσιγάρο η Κατερίνα και χαλάρωνε, διάβαζε με ακόμη περισσότερο μεράκι και κέφι, δεν έμοιαζε να της κάνει κακό... Δεν φανταζόταν τη συνέχεια... Θυμόταν τις συμβουλές του Παύλου και του Ζαφείρη αλλά μοιάζαν ανόητες, αφού το μόνο που της συνέβαινε ήταν αυτή η χαλαρότητα κι η ευθυμία, ούτε εθισμός ούτε αρρώστια.... Συνέχισε....
Τον τρίτο μήνα μετά από κείνο το πρώτο τσιγάρο, σε ένα πάρτυ που θα ήταν κι ο Αλέξης, της άρεσε ο Αλέξης της Κατερίνας, η Μεταξία ήλθε με κάτι νέο... κάτι χάπια σε σχήμα καρδιάς και ρόμβου... "Μην πιεις ποτό της είπε, θα πάρουμε τούτα... πιο καλά, θα δεις" και της έχωσε στο στόμα δυο χάπια.... και τα ξέπλυνε με γκαζόζα...
Μια δύναμη απόκοσμη γιόμισε μετά από λίγο το κορμί της Κατερίνας, η μουσική την τράβηξε απ το χέρι και χόρευε, χόρευε σαν ξωτικό, και έψαχνε η ματιά της τον Αλέξη... Ο Αλέξης ήταν εκεί, την είδε που τον κοίταζε, κολακεύτηκε που η νεράϊδα τούτη χόρευε μόνο για αυτόν, την πήρε απ το χέρι, την ακολούθησε, τον μάγεψε το κορμί το τριζάτο, κι η ματιά η λάγνα, έγινε ο κόσμος του ερωτοφοτόσχιστος τη στιγμή που η Κατερίνα κόλησε τις κινήσεις της πάνω του... η ψυχή του της δόθηκε το κορμί του την πόθησε, η σκέψη του φυλακίστηκε στις κινήσεις της και στου λαιμού της τη λιγνάδα... Την άγγιξε την μύρισε, χόρεψε μαζί της ώρα... χωρίς να καταλάβει που έβρισκε η νεράϊδα του δύναμη... Κι η Κατερίνα χαμένη στου χαπιού τη δράση, έπλασε όνειρα με τον Αλέξη πρωταγωνιστή, αργότερα κοιμήθηκαν μαζί... δεν θυμόταν καλά τι έκαναν, ήταν η πρώτη της φορά που βρέθηκε με άντρα, αλλά δεν θυμόταν, μόνο μια γλυκειά μυρωδιά θυμόταν σαν το αγιόκλημα της γιαγιάς της που ανέδινε το κορμί του Αλέξη...
Ξύπνησε ζαλισμένη, μουδιασμένη, με εναν ανεπαίσθητο πόνο ανάμεσα στα σκέλια της, δίπλα της ο Αλέξης γυμνός, αχνανάσαινε με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο...
Ηταν τυχερή η Κατερίνα στην πρώτη της φορά, κι αυτό ήταν το θαύμα! ο Αλέξης την αγάπησε δυνατά, έγινε η σκιά της, αλλά του κράτησε ένα μυστικό... ποτέ μπροστά του δεν κάπνισε, ποτέ δεν πήρε χάπι, ποτέ δεν ρούφηξε τη σκόνη που της έφερνε μια φορά τη βδομάδα η Μεταξία... αυτά τα κράταγε για τις ώρες που ο πατέρας της την άγγιζε, τοτε που η σκέψη της σκοτείνιαζε κι η ενοχές κι ο φόβος της αγκριφώναν τη ψυχή...
Τέσσερις μήνες αργότερα σε μια γιορτή πάλι, είχαν πάει οι τρείς τους κι η Μεταξία είχε καλή σκονη μαζί της... Τα κορίτσια πήγαν μια στιγμή να σιαχτούν στην τουαλέτα, και γύρισαν με μύτες κόκκινες και μάτια γυαλένια... με ένα κέφι πρωτόγνωρο. Τότε ήταν που ο Αλέξης κατάλαβε τι έκανε η νεράϊδα του... Στην αρχή θύμωσε, μετά πανικοβλήθηκε, "θα τη χάσω" "αυτή η φίλη αυτό το φίδι μου τη σκοτώνει"κάτι πρέπει να κάνω να τη σώσω"... Την πήρε παράμερα, τη ρώτησε όσο πιο διακριτικά μπορούσε κρατώντας τη σφιχτά στην αγκαλιά του θαρρείς και θα την έσωνε το σφιχταγκάλιασμα.... Η Κατερίνα το αρνήθηκε, τη πρώτη, εκείνος όμως επέμεινε, και του τα είπε, "δεν με πειράζει όμως" με βοηθάει να διαβάζω, και να ξεχνώ όσα θέλω να σβήσω... αλήθεια δεν με πειράζει... δεν είμαι σαν τους άλλους" "ξέρω τι κάνω" και χασκογέλασε....
Το εξάμηνο που ακολούθησε, η Κατερίνα έχασε πέντε μαθήματα, κι ο Αλέξης είχε χάσει τις ελπίδες του να τη βοηθήσει, είχε κι εκείνος τα δικά του... αλλά άντεχε ακόμη ναναι κοντά... είχε ρωτήσει κι εναν γιατρό, αλλά η συμβουλή του δεν βοηθούσε, έπρεπε η ίδια να δει πως καταστρέφεται και να αποφασίσει να προσπαθήσει, και πάλι, η επιτυχία δεν ειναι βέβαιη....
Με θανάσιμη οδύνη έβλεπε ο Αλέξης τη νεράϊδα του να λιώνει... τα μάτια τα λαφίσια είχαν γίνει σταχτιά και όλο πιο γυάλινα... η μύτη έτρεχε, κι όταν δεν είχε σκόνη, πόναγαν τα πλευρά της, μάταια τα τριψίματα και τα μασάζ που της έκανε, και φοβόταν φοβόταν πολύ, έσκουζε στον ύπνο της "όχι μπαμπά, δε θέλω μηηηη" "όχι μπαμπά μη φύγεις, θα είμαι καλό κορίτσι, να δε με νοιάζει να με χαιδεύεις" "όχι μπαμπά"...
Λίγο καιρό μετά την έχασε για τρεις μέρες... ούτε στους κοιτώνες ήταν ούτε στα μαθήματα πήγε το τηλέφωνό της κλειστό... κι η Μεταξία άφαντη κι αυτή... Πανικόβλητος ρώταγε δω κι εκεί, δεν ήθελε να τηλεφωνήσει στο νησί μην ανησυχήσει τους δικούς της... κι έψαχνε στα νοσοκομεία στα τμήματα... παντού...
Μια μέρα στη βιβλιοθήκη της σχολής άκουσε καποιους να χασκογελάνε σιγανά, και να μουρμουρίζουν για την μορφονιά τη Λευκαδίτισσα, και πόσο καλά τον έπαιρνε... αρκούσε να της κουνήσεις το φιξάκι με τη σκόνη και σου κανε κάτι κόλπα! ούτε η καλύτερη πουτάνα δεν τα ξερε....
Επιασε τον έναν απ το λαιμό ο Αλέξης, και τον ανάγκασε να του πει που θα την έβρισκε...
Πήγε μεσάνυχτα στη γκαρσονιέρα στο θησείο... Φοβόταν για αυτό που θα δει... έτρεμε για τη νεράϊδα του... έβριζε τη πουτάνα τη Μεταξία που έμπλεξε τον θησαυρό του... φοβόταν....
Το θέαμα που αντίκρυσε ήταν χειρότερο από κάθε φόβο του... Η νεράϊδα του κειτόταν στην είσοδο του σπιτιού στο υπόγειο... γυμνή, ματωμένη, μελανιασμένη, χαραγμένη, και τρυπημένη στο αριστερό το χέρι με μια μικρή κόκκινη γραμμή να χαράζει το μπράτσο της... Δεν είχε σκεφτεί ότι δεν θα την προλάβαινε... Δεν είχε σκεφτεί ότι κάποιος θα φερόταν με τόση κτηνωδία σε αυτό το λουλούδι που μύριζε πάντα γιασεμί.... Δεν είχε σκεφτεί πως θα χανόταν τόσο μόνιμα η νεράϊδα του...
Την σήκωσε στα χέρια του, ήταν τόσο ελαφριά, τόσο αδύνατη... τόσο λευκή, σαν τα γιασεμιά που αγαπούσε τόσο... Για καλή του τύχη ξέμπλεξε εύκολα απ τις ερωτήσεις της αστυνομίας, που έψαχνε καιρό τη Μεταξία για διακίνηση...
Δυο μέρες μετά με την ιατροδικαστική έκθεση στο χέρι "υπερβολικη δόση ηρωίνης και βάναυση κακοποίηση και βιασμό - δεν ήταν σίγουρο αν πέθανε από τη δόση, ή απ τα χτυπήματα" και το σώμα της Κατερίνας στη νεκροφόρα πίσω του, κίνησε για το νησί της... Η κυρα Φωτεινή είχε λιποθυμήσει όταν άκουσε τα νέα, κι ο Παύλος κι ο Διαμαντής κίνησαν να βρουν να σφάξουν τη Μεταξία που έκλεψε τη ζωή της πριγκιπέσσας τους... δεν πήγαν στην κηδεία... δεν μπορούσαν να τη δούν ξέπνοη, δεν θέλησαν να πιστεψουν ότι δεν θα ξαναντικρύσουν τα εικοσάχρονα λαφίσια μάτια της... μονο δυο μπουκέτα γιασεμιά απ τον κήπο της γιαγιάς άφησαν στον Αλέξη να της τα δώσει από κείνους....
Τα καλντερίμια του νησιού είχαν παγώσει... άφωνες οι γριές κουνούσαν τα κεφάλια παραξενεμένες... "πως είναι δυνατόν το Κατερινιώ να έμπλεξε έτσι;" "αυτό ήταν το καλύτερο κορίτσι του νησιού, προκομένο, μυαλωμένο, άξιο" "Κρίμα, κρίμα η λαφίνα μας..." και βουβά απόθεταν γιασεμιά που της αρέσαν δίπλα στο λιανό άψυχο κορμάκι....
Ο πατέρας της περίμενε παράμερα να φύγουν όλοι απ τον τάφο, και λιγο πριν αρχίσουν να παραχώνουν το παιδί του... άφησε ένα δάκρυ να κυλήσει.... "τι σου κανα κοριτσάκι μου;" Εγώ φταιω για όλα... εγώ έπρεπε να μαι στη θέση σου αγγελούδι μου...
Την επόμενη το ξημέρωμα τον βρήκαν σκοτωμένο δίπλα στις βάρκες στο λιμάνι....
Χριστίνα Σαββατιανού / 22-02-2007
http://paraxenies.blogspot.com/2007/02/blog-post_21.html
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Σελίδες
Ετικέτες
τα δικά μου
(327)
περιβάλλον
(91)
writting
(67)
Greece
(57)
poetry
(50)
χρήσιμα
(39)
χαμόγελα
(38)
video
(37)
κοινωνία
(35)
φωτογραφία
(32)
health
(30)
environment
(24)
phtography
(24)
εθελοντισμός
(24)
υγεία
(23)
people
(21)
music
(20)
stories
(15)
blogging
(14)
children
(13)
παιδά
(13)
computers
(12)
information
(11)
μπλογκοπαίχνιδα
(11)
doctor
(10)
πολιτισμός
(10)
συνταγές
(10)
χιούμορ
(10)
medicine
(9)
ελλάδα
(9)
μουσική
(9)
activism
(8)
world
(8)
οι συνταγές της κρίσης
(8)
goverment
(7)
rights
(7)
safety
(6)
services
(6)
Πάρνηθα
(6)
γκρίνιες
(6)
εκθέσεις
(6)
ποίηση
(6)
Επιστήμη
(5)
amalia
(4)
earth
(4)
technology
(4)
Αναδάσωση
(4)
αηδιούλες
(4)
αρθρογραφία απο ιντερνετ
(4)
γιατρός
(4)
πολιτική
(4)
πρωτβουλίες
(4)
σοφά λόγια
(4)
emergency
(3)
theatre
(3)
Εναλλακτική οικονομία
(3)
εκδηλώσεις
(3)
εκθεσεις
(3)
με ενδιαφέρουν
(3)
φύση
(3)
χορός
(3)
ψυχαγωγία
(3)
economy
(2)
games puzles
(2)
είπαν
(2)
εκδόσεις
(2)
ελεύθερος χρόνος
(2)
κόσμος
(2)
νομικά θέματα
(2)
συναντήσεις
(2)
τεχνολογία
(2)
DVD
(1)
Greek movie
(1)
amber alert
(1)
antiwar
(1)
dance
(1)
documentary
(1)
down syndrom
(1)
facebook
(1)
first aid
(1)
funny
(1)
internet security
(1)
nature
(1)
plektaniart
(1)
privacy
(1)
protest
(1)
radio
(1)
ΕΜ
(1)
ΧΡ
(1)
απορίες
(1)
απόκριες
(1)
αστικά τοπία
(1)
βιβλιο - e-book
(1)
διάστημα
(1)
διαβάζω
(1)
εναλλκτική ζωή
(1)
ενεργοί μικροοργανισμοί
(1)
εφημερίδες
(1)
ζωγραφική
(1)
θέατρο
(1)
καλομηνιάσματα
(1)
κινηματογράφος
(1)
παράξενα
(1)
παραδοξόνιο
(1)
παραμύθια
(1)
παραξενα chemtrails
(1)
παρατηρώ
(1)
πειραματα
(1)
περιοδικά
(1)
τεχνες
(1)
της γειτονιάς....
(1)
φακελλάκι
(1)
ψάχνω
(1)
Να πω ότι εντυπωσιάστηκα;
ΑπάντησηΔιαγραφήόχι όχι, τίποτα εντυπωσιακό, πάλι κοκκίνισα αμάν... είναι εύκολο αν το καλοσκεφτείς... ;) (πως φεύγει το κοκκίνισμα?)
ΑπάντησηΔιαγραφήψήνονται κι οι δικές σου λέξεις Κλέαρχε αλλάζω διάθεση και τις παλεύω
Μα δεν ήξερα ότι οι λέξεις που καταβαίνουν στο μυαλό μου μπορούν να προκαλέσουν θαύματα. Θα βγώ στο δρόμο κι όποιον βλέπω θα του ψιθυρίζω πέντε λέξεις. Αν πράγματι προκαλούν θαύματα σαν κι αυτό που διάβασα, θα κάνω το κόσμο μαγικό, αν όχι θα με κλείσουν σε άσυλο. Ετσι κι αλλιώς κερδισμένος. Μπράβο.
ΑπάντησηΔιαγραφή(Ελπίζω ότι δεν θα παρεξηγηθείς που δεν θα παίξω,αλλά είμαι μεγάλος για παιχνίδια, μου περισσεύει λίγος χρόνος και οι σχέσεις μου με την ταξη των λέξεων δεν είναι και στην καλύτερη κατάσταση. Θα κράτήσω την πρόκληση πάντως. Ισως σε ανύποπτο χρόνο, αποφασίσουν να μου διηγηθούν μόνες τους, που συναντηθηκαν)
Καλημέρα
χμμμμμ τυχάρπαστε, και σε άσυλο να σε κλείσουν οι λέξεις θαύματα θα σκαρώνουν, μικρά μεγάλα, δειλά ή σπουδαία, μη σταματήσεις να ψιθυρίζεις εσύ τυχαίες λέξεις...
ΑπάντησηΔιαγραφή